Fraternity of Sound Festival 2017: Croatian Amor, Colin Potter, Puce Mary, κ.α. (Opening Rites)
Την Πέμπτη 26 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε στον νέο, ανακαινισμένο χώρο του Temple στο Γκάζι, η εισαγωγική βραδιά συναυλιών, τα "opening rites" δηλαδή, του Fraternity of Sound Festival, σε μία συμπαραγωγή της 3 Shades of Black, της 3P Lab και της Temple Productions, συνεπικουρούμενη από το Αθηναϊκό label Coherent States.
Το Fraternity of Sound Festival εστιάζει στον πειραματικό αλλά και σκοτεινό ήχο και αποσκοπεί στην παρουσίαση καλλιτεχνών και συγκροτημάτων που παρότι επιδραστικοί, δε έχουν τύχει της αντίστοιχης εμπορικής αναγνώρισης στην Ελλάδα. Η πρώτη ημέρα του φεστιβάλ, ήταν προσανατολισμένη στην ηλεκτρονικό industrial και noise ήχο, με τον Δανό Croatian Amor να δεσπόζει στην κορυφή του προγράμματος, στην πρώτη του εμφάνιση στην Ελλάδα.
Οι πόρτες του Temple άνοιξαν στις 19:00 και εισερχόμενοι στον χώρο διαπιστώσαμε ότι είναι απολύτως κατάλληλος για αντίστοιχα event, καθώς με την σκοτεινή industrial αισθητική του, υφολογικά προετοιμάζει την αντίστοιχη αίσθηση της μουσικής των καλλιτεχνών. Μοναδικό μειονέκτημα αποτελεί το γεγονός ότι η μουσική ανάμεσα στις εμφανίσεις των καλλιτεχνών ακούγεται μόνο στα τα ηχεία του μαγαζιού και όχι στα ηχεία του live, με αποτέλεσμα, στα κενά ανάμεσα στις εμφανίσεις, όσοι βρίσκονται μπροστά στη σκηνή να ακούνε πολύ χαμηλά.
Μετά από την άφιξή μας στο Temple, καθώς ή ώρα περνούσε, υπό την μουσική υπόκρουση των Coil, ο κόσμος άρχισε να προσέρχεται και λίγο μετά τις οκτώ, στη σκηνή εμφανίστηκε ο Dead Gum.
Οι, ή μάλλον, ο DEAD GUM αποτελεί ένα solo experimental/noise/drone project του Παναγιώτη Σπούλου, με κυκλοφορίες στο label Coherent States σε μορφή κασέτας. Η μουσική του χτίζεται μέσω ηλεκτρονικών samples, φωνής και ηλεκτρικής κιθάρας και έχει σχετικά αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα. Ο Dead Gum στο πρώτο κομμάτι που παρουσίασε στα πλαίσια της εμφάνισής του, χρησιμοποίησε μόνο τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό που διέθετε, ενώ σύντομα πήρε στα χέρια του την κιθάρα, δομώντας σταδιακά έναν drone ήχο, παίζοντας με τις παραμορφώσεις.
Σποραδικά απαγγέλλει στο μικρόφωνο και στην πορεία οι συνθέσεις του αποκτούν ρυθμό ενώ οι διαφοροποιήσεις στις παραμορφώσεις γίνονται πιο έντονες. Σε κάποιο σημείο, χρησιμοποιεί sample από ένα αλλοιωμένο πιάνο και επιδίδεται εκ νέου σε drone περάσματα, τα οποία ενίοτε εμπλουτίζονται με σχετικά πιο ρυθμικά, industrial στοιχεία. Σε αυτήν την αντίθεση βασίζεται και το υλικό το οποίο μας παρουσίασε για μισή περίπου ώρα ο Dead Gum, σε μία καλή εμφάνιση, η οποία όμως δεν διέθετε στοιχεία πρωτοτυπίας ή εκπλήξεων.
Puce Mary
H Δανή experimental/noise/drone Puce Mary, κατά κόσμο Frederikke Hoffmeier, είναι γνωστή από την εμπλοκή της με την underground ηλεκτρονική και punk σκηνή της Κοπεγχάγης και τις κυκλοφορίες της στην εταιρία Posh Isolation, με τα "The Spiral" (2016) και "Persona" (2014) να ξεχωρίζουν. Για την εμφάνιση της Puce Mary στήθηκε επί σκηνής ένα μεγάλο τραπέζι, γεμάτο με drum machines, synths, modulars και φυσικά ένα μικρόφωνο, καθώς το φωνητικό στοιχείο είναι απαραίτητο στις εμφανίσεις της.
Η Puce Mary εμφανίστηκε στην σκηνή σχετικά λιτή και απευθείας άρχισε να δημιουργεί ήχους με τον εξοπλισμό που διέθετε μπροστά της, αρχικά σε ένα minimal industrial ύφος. Η μουσική που παρήγαγε σύντομα εμπλουτίστηκε και με noise στοιχεία και απέκτησε μία αφαιρετική ρυθμική υπόσταση. Πλήρως αφοσιωμένη, έμοιαζε να ελέγχει κάθε κίνησή της, αυξομειώνοντας τις εντάσεις και τις παραμορφώσεις κάθε νέου στοιχείου που εντασσόταν στον ήχο της.
Σύντομα, πήρε στα χέρια της το μικρόφωνο και άρχισε να απαγγέλλει στην αρχή ψιθυριστά, στη συνέχεια πιο δυνατά τους στίχους που συνοδεύουν το υλικό της. Με το μικρόφωνο στο χέρι, ανέβηκε πάνω στα δύο ηχεία που βρίσκονταν μπροστά στη σκηνή και συνέχισε την φωνητική αυτή performance, ενώ παράλληλα σε τακτά διαστήματα γύριζε προς το τραπέζι με τον εξοπλισμό της και ρύθμιζε τις παραμέτρους των ηχητικών δομικών στοιχείων που έχτιζαν τη μουσική της.
Στην πορεία ανέβασε εντάσεις και η ερμηνεία της έγινε πιο έντονη, καθώς κατέληξε να φωνάζει στο μικρόφωνο, πάνω από το noise μουσικό υπόβαθρο που είχε χτίσει και επανέλαβε αρκετές φορές τη διαδρομή ανάμεσα στα ηχεία και τον εξοπλισμό της.
Πραγματικά αφοσιωμένη σε αυτό που έκανε, με μία ερμηνεία που ακροβατούσε ανάμεσα στο επικοινωνιακό και το εσωστρεφές παρουσίασε ηχητικό υλικό που παραπέμπει περισσότερο στην τελευταία της δουλειά, "The Spiral", η οποία είναι κατά κάποιο τρόπο λιγότερο ωμή σε σχέση με τις παλιότερες κυκλοφορίες της. Μετά από μία σαραντάλεπτη έντονη performance, αποχώρησε καταχειροκροτούμενη από τον κόσμο που είχε αυξηθεί αισθητά, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις, αποτελώντας ίσως το καλύτερο live act της βραδιάς.
Ο Άγγλος Colin Potter είναι παραγωγός και μουσικός και ασχολείται με τον ευρύτερο ηλεκτρονικό ήχο για περισσότερα από τριάντα χρόνια έχοντας συνεργαστεί με πολλά σχήματα όπως, μεταξύ άλλων οι Current 93 και οι Nurse with Wound, των οποίων αποτελεί τακτικό μέλος από το 1988. Τα έργα του στις αρχές των 80s, τα οποία είχαν διακινηθεί ως επί το πλείστο σε μορφή κασέτας, θεωρούνται επιδραστικά για την ηλεκτρονική πειραματική σκηνή.
Για την εμφάνισή του στα opening rites του Fraternity Of Sound Festival, ο Potter εμφανίστηκε παρουσιάζοντας δικό του υλικό. Άλλωστε, όλα αυτά τα χρόνια, ανεξάρτητα από την συμμετοχή του στους Nurse with Wound, ο Potter είναι ιδιαίτερα δραστήριος και έχει πολυάριθμες συνεργασίες με πολλούς καλλιτέχνες, ενώ συνεχίζει να κυκλοφορεί μεγάλο τμήμα της δουλειάς του σε μορφή κασέτας.
Για μία ακόμα φορά κατά τη διάρκεια της βραδιάς, στη σκηνή του Temple, στήθηκε ένα μεγάλο τραπέζι, πάνω στο οποίο βρισκόταν η πολύ μεγάλη κονσόλα του Potter και ο υπόλοιπος ηλεκτρονικός του εξοπλισμός. Κατά την εμφάνισή του εντύπωση κάνει με τη μία το αυστηρό και διαπεραστικό του βλέμμα, καθώς ρυθμίζεις τις παραμέτρους της κονσόλας πριν ξεκινήσει να παίζει.
Το υλικό που παρουσιάζει είναι, παραδόξως. ίσως το πιο βατό υφολογικά ανάμεσα στα acts που προηγήθηκαν του Croatian Amor. Προσεγμένοι ηλεκτρονικοί ήχοι, που παραπέμπουν στο γενικότερο experimental industrial είδος και αρκετά έντονη αίσθηση ρυθμού.
Σε αντίθεση με τους καλλιτέχνες της Posh Isolation που είδαμε το βράδυ της Πέμπτης, το set του Potter είναι δομημένο σε πιο "βατά" ρυθμικά σχήματα τεσσάρων τετάρτων και δεν περιλαμβάνει πολλές παύσεις ή περίπλοκα ρυθμικά σχήματα.
Θεωρώ ότι από τη μουσική του που ακούσαμε το βράδυ της Πέμπτης, το πιο ενδιαφέρον ήταν το πρώτο κομμάτι του σετ, στο οποίο χρησιμοποίησε, εκτός από τον επιτραπέζιο εξοπλισμό του, ηλεκτρική κιθάρα. Συνολικά ο ήχος του ήταν πολύ προσεγμένος χωρίς όμως να αποτελεί κάτι πρωτοποριακό για τα σημερινά δεδομένα, στο σύνολο της διάρκειας σχεδόν μίας ώρας σετ του.
Το project Croatian Amor αποτελεί ένα από τα πολλά ονόματα που χρησιμοποιεί ο πολυάσχολος Δανός μουσικός Loke Rahbek. Ενεργό μέλος της underground σκηνής της Κοπεγχάγης, πέραν του project Croatian Amor, έχει συμμετάσχει σε σχήματα όπως οι Lust For Youth, οι Vår (γνωστοί και ως War), ενώ συνδιευθύνει το ανεξάρτητο label Posh Isolation, στο οποίο κυκλοφορούν σχήματα από τη Δανία, μεταξύ των οποίων και οι πολύ γνωστοί Iceage.
Ο Croatian Amor συνδυάζει στη μουσική του ambient και synth ηλεκτρονικά στοιχεία και industrial ήχους, με αποτέλεσμα έναν ζεστό ήχο, ο οποίος περιέχει όμως πολλές ψυχρές πινελιές. Έχει κυκλοφορήσει εξαιρετικά albums όπως το περσινό "Love Means Taking Action" ή το "Genitalia Garden", με τον ιδιαίτερα εμπνευσμένο και εκκεντρικό τίτλό.
Γενικότερα, ο Rahbek είναι sui generis περίπτωση καλλιτέχνη και αυτό φάνηκε ακόμα και από το ντεκόρ που επέλεξε για την εμφάνισή του στο Fraternity of Sound Festival, καθώς το τραπέζι του εξοπλισμού του, αλλά και ο χώρος μπροστά από το πανί στο οποίο προβαλλόταν το οπτικό υλικό που συνόδευσε τη μουσική του, εμπλουτίστηκε με γλάστρες με φυτά.
Η εμφάνισή του στην σκηνή ήταν αντιστοίχως σχετικά εκκεντρική, με ένα τσιγάρο και ένα ποτό στο χέρι, προχώρησε με ύφος προς την κονσόλα του και σύντομα αφότου ξεκίνησε, απαλλάχτηκε, λίγο θεατρικά, από το κασκόλ και το δερμάτινο μπουφάν που φορούσε, πετώντας το στο πάτωμα. Φυσικά, τίποτα από αυτά δεν είχε τόση σημασία κατά τη διάρκεια του set του Croatian Amor, καθώς ο συνδυασμός της μουσικής με τα όμορφα visuals που τη συνόδευαν ήταν πραγματικά συναρπαστικός.
Ο Rahbek παρουσίασε ένα υλικό αντιπροσωπευτικό του ύφους του, με πολλά ατμοσφαιρικά ηλεκτρονικά και ambient στοιχεία, σχετικά γλυκούς δηλαδή ήχους, που διακόπτονται από ρυθμικά patterns, περισσότερα ψυχρά, κοφτά και απότομα. Σε αυτό το ηχητικό μείγμα, προστίθενται τα υπέροχα, αποκλειστικά γυναικεία, φωνητικά samples, άλλοτε μελωδικά και ονειρικά και άλλοτε σαν αποσπάσματα από τηλεοπτικά jingle.
Οι εικόνες στο background, αποτελούνται από ένα συνδυασμό στοιχείων εμπορικής ποπ κουλτούρας (όπως τα πολυάριθμα emojis), αισθησιακών στοιχείων (αποσπάσματα επίδειξης Victoria's Secret), καθαρά σεξουαλικών στοιχείων (εικόνες από ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου) αλλά και κοινωνικών στοιχείων (μάχη διαδηλωτών με αστυνομικούς).
Δεν θεωρώ ότι ο Rahnek ενδιαφέρεται να κάνει πολιτική κριτική, το project Croatian Amor είναι αυθύπαρκτο και μοιάζει περισσότερο σαν μία οπτικοακουστική ονειρική προβολή στοιχείων της καθημερινότητάς μας, στην οποία μπορούν αιθέριοι ήχοι να δένουν αναπάντεχα μπροστά μας με διαφήμιση της βότκας Belvedere.
Οι περισσότεροι ήχοι και τα κομμάτια που δόμησε κατά τη διάρκεια του live ο Croatian Amor βασίζονται στο υλικό του "Love Means Taking Action", από το οποίο ακούσαμε αποσπάσματα από το ομότιτλο, με το οποίο έκλεισε και το σετ του, αλλά και από τα An Angel Gets His Wings Clipped, Refugee Turns To Safety, Any Life You Want.
Συνολικά, η λίγο μεγαλύτερη της μίας ώρας εμφάνισή του ήταν εξαιρετική, επιβεβαιώνοντας τη δημοφιλία του στον αντίστοιχο μουσικό χώρο, αν και θεωρώ ότι συγκριτικά με το studio υλικό του, στο live μετέδωσε λιγότερο το αισθησιακό στοιχείο που αποπνέουν οι studio ηχογραφήσεις του.
Ο Έλληνας Jay Glass Dubs είναι ο ηλεκτρονικός παραγωγός που ανέλαβε το κλείσιμο της βραδιάς των opening rites του festival, ρόλος που αναγκαστικά αδίκησε τον Δημήτρη Παπαδάτο, γνωστό και από τα διαφορετικού μουσικού ύφους projects KU και Hydra. Το τελευταίο του εγχείρημα, το project Jay Glass Dubs, πηγαίνει πολύ καλά και έχει αποκτήσει κάποια σχετική φήμη, έχοντας μάλιστα πρόσφατα κυκλοφορία στην DFA Records σε μορφή κασέτας ("Jay Glass Dubs VS Guerilla Toss").
Η μουσική του Jay Glass Dubs συντίθεται από τον συνδυασμό ηλεκτρονικών και προηχογραφημένων ήχων, σε ένα σκοτεινό dub υφολογικά κέλυφος. Αυτό ακριβώς παρουσίασε στο κοινό που προτίμησε να παρατείνει την παρουσία του στο Temple για λίγο ακόμα μετά την εμφάνιση του Croatian Amor, το οποίο σίγουρα ανταμείφθηκε από το άρτιο και στιλιζαρισμένο set που παρουσίασε ο Jay Glass Dubs.
Κάπως έτσι, έκλεισαν τα opening rites του Fraternity Of Sound Festival, αφήνοντάς μας να προετοιμαζόμαστε για το συναρπαστικό συναυλιακό τριήμερο που θα λάμβανε χώρα στο Fuzz Live Music Club στις 27, 28 και 29 Οκτωβρίου.
*Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε ιδιαίτερα τις διοργανώτριες εταιρίες για την δυνατότητα να καλύψουμε επίσημα το πολύ ενδιαφέρον Fraternity Of Sound Festival και να αποτελέσουμε έναν εκ των χορηγών επικοινωνίας του.
Production: 3 Shades Of Black, 3P Lab, Temple Productions, Coherent States
Venue: Temple Athens
Date: 26.10.2017