King Dude, Skull & Dawn, The Dark Red Seed - Live @ Temple Athens (Day 1)
Το Σάββατο 11 Νοεμβρίου, βρεθήκαμε για μία ακόμα φορά στο Temple Athens, μετά την εξαιρετική βραδιά των Opening Rites του Fraternity Of Sound Festival, αυτήν την φορά προκειμένου να συμμετέχουμε στα επίσημα εγκαίνια του νέου αυτού χώρου, που θα λειτουργεί τόσο ως συναυλιακός χώρος, όσο και ως club.
Το Temple βρίσκεται σε συνεχή διαδικασία βελτίωσης, με αισθητά αποτελέσματα σε κάθε νέα επίσκεψη. Με δεδομένο τα πολύ καλά συγκροτήματα που προγραμματίζει να φιλοξενήσει τον χώρο του, όπως οι Xiu Xiu στις 21 Νοεμβρίου, καθώς και το γεγονός ότι το εγχείρημα αποτελεί προϊόν συνεργασίας μίας ομάδας ανθρώπων που αγαπάνε πραγματικά τον σκοτεινό πειραματικό ήχο (3 Shades of Black, 3P Lab & Temple Productions) ευχόμαστε να καταφέρει να εδραιωθεί, προσθέτοντας έναν ακόμα χώρο στους υπάρχοντες συναυλιακούς χώρους της Αθήνας.
Η συναυλία του Σαββάτου ξεκίνησε λίγα λεπτά μετά τις 21:00, τηρώντας τον προγραμματισμό που είχε ανακοινωθεί από τη διοργάνωση, με το project The Dark Red Seed, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί το solo project του κιθαρίστα του σχήματος του King Dude, Tosten Larson.
Η εμφάνισή του είναι λιτή, όπως λιτή είναι και η σκηνική του παρουσία. Με μοναδική συνοδεία την ηλεκτρική του κιθάρα, ο Larson τραγουδάει και μας αφηγείται σκοτεινές ιστορίες, με κύριο σημείο αναφοράς "a study of death", όπως χαρακτηριστικά αυτοπροσδιορίζει τη θεματολογία του πρώτου του EP, "Stands With Death".
Στη διάρκεια του σχεδόν μισάωρου set του, ο Larson παρουσιάζει κομμάτια τόσο από το EP του, όσο και από το επερχόμενο album του "Becomes Awake" που πρόκειται να κυκλοφορήσει μέσα στο 2018. Η εμφάνιση αναγκαία βασίζεται στην φωνή του Larson, η οποία είναι πολύ καλή, μελωδική, με ωραία γυρίσματα και ταιριαστή με το ύφος της μουσικής του.
Η μουσική που μας παρουσίασε, χωρίς την παρουσία του Shawn Flemming, βοηθητικού μέλους του project The Dark Red Seed και μηχανικού ήχου του King Dude, αποτελείται από αποκλειστικά απλή συνοδεία κιθάρας, με λιτές σποραδικές μελωδίες. Παρόλο που ουσιαστικά δεν είναι καθόλου επικοινωνιακός, χαρακτηριστικά δεν συστήνεται αλλά και και δεν απευθείνεται ποτέ ευθέως στο κοινό, η παρουσία του είναι έντονη και κινεί το ενδιαφέρον των παρευρισκόμενων, προκαλώντας μάλιστα το έντονο χειροκρότημά τους.
Οι Skull & Dawn είναι ένα συγκρότημα που μετράει αρκετά χρόνια στην Ελληνική σκηνή και από το 2010 μέχρι σήμερα και με την παρουσία του έχει κερδίσει ένα σταθερό, πιστό κοινό. Προσωπικά είχα την ευκαιρία να τους παρακολουθήσω για πρώτη φορά σχετικά πρόσφατα, ως support στην Chelsea Wolfe. Η ιδιότυπη dark folk/country Americana που παίζουν μου είχε αφήσει πολύ καλές εντυπώσεις και η αφορμή να εμφανιστούν ως support στον headliner της βραδιάς King Dude ιδανική, καθώς αποτελεί αναμφισβήτητα ένα από τα ινδάλματά τους και επιρροή τους. Τον τραγουδιστή και κιθαρίστα του σχήματος και ενός εκ των τριών βασικών μελών της 3P Lab, Mano Six, είδαμε και πρόσφατα, να προσθέτει τα φωνητικά του στην πολύ καλή εμφάνιση των Nurse With Wound, την πρώτη ημέρα του Fraternity of Sound Festival.
O Manos Six και ο βιολονίστας του συγκροτήματος ήταν και τα δύο πρώτα μέλη που εμφανίστηκαν στην σκηνή, παρουσιάζοντας καινούρια κομμάτια από το album "The Harvest", ενώ σύντομα στη σκηνή ανεβαίνουν και τα υπόλοιπα μέλη, κιθάρα, μπάσο, drums, του 5-μελούς σχήματος και παίζουν παλιότερα κομμάτια, από το "Zombie Horses" (2016).
Η ενέργεια του συγκροτήματος στην σκηνή είναι αυξημένη, η διάθεσή τους πολύ καλή και η επικοινωνία με το κοινό, το οποίο μοιάζει να είναι εξοικειωμένο ακόμα και το νεότερο υλικό τους, εξαιρετική. Μουσικά, παρουσιάζουν μία καλοπαιγμένη και σφιχτοδεμένη dark country folk, στην οποία προσαρμόζονται και οι διασκευές του Folsom Prison του Johnny Cash και του Papa Won't Leave You Henry του Nick Cave που μας παρουσιάζουν.
Ιδιαίτερη είναι η εκτέλεση του κομματιού που έχουν γράψει προς τιμή του King Dude, Hail To The King, το οποίο λειτουργεί σαν μία αφήγηση υπαρκτών και φανταστικών ιστοριών της επαφής του συγκροτήματος με τον King Dude κατά τη διάρκεια της πολύχρονης σχέσης τους, αλλά και το κομμάτι που έχουν γράψει προς τιμή του GG Allin. Συνολικά η εμφάνισή τους άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις και προετοίμασε με ιδανικό τρόπο το κοινό για την εμφάνιση του headliner της βραδιάς, King Dude.
Ο Thomas Jefferson Cowgill, τον οποίο γνωρίζουμε πρωτίστως με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο King Dude, έχει χαρακτηριστεί ως o Αμερικανός πρεσβευτής της "Luciferian Country", προσδιορισμός που σίγουρα είναι εν μέρει ταιριαστός με το προφίλ του όταν τραγουδάει μόνος με τη συνοδεία μίας κιθάρας, αλλά σίγουρα δεν είναι επαρκής όταν ο ιδιόμορφος αυτός βασιλιάς εμφανίζεται με το πλήρες σχήμα του και παρουσιάζει το υλικό που έχει ηχογραφήσει μαζί του. Στα πλαίσια του opening του Temple, ο King Dude εμφανίστηκε στην σκηνή με πλήρες setup, αρχίζοντας το live με την παρουσίαση του περσινού πολύ καλού album "Sex".
Από την "Ελληνόφωνη" εισαγωγή του Holy Christos φάνηκε αμέσως η αγάπη του κοινού, το οποίο είχε αυξηθεί σημαντικά και είχε γεμίσει τον κύριο χώρο του Temple, καθώς και σημαντικό μέρος του εξώστη. Ο King Dude είναι πολύ ευδιάθετος και μοιράζει αρκετά όχι τόσο σατανικά χαμόγελα στο κοινό κατά όλη τη διάρκεια του live, ενώ είναι ιδιαίτερα επικοινωνιακός, αλλά παράλληλα στιβαρός κατά τις εκτελέσεις των κομματιών του, όπως για παράδειγμα στο bluesy "I Wanna Die At 69". Η ερμηνεία του είναι έντονη και σε κομμάτια όπως το "Our Love Will Carry On", μιλάει απευθείας στις καρδιές του κοινού.
Πολύ καλή στιγμή στο live αποτελεί και η εκτέλεση του "Swedish Boys", στο οποίο, όπως και σε μερικά ακόμα κομμάτια, ο κιθαρίστας Tosten Larson αφήνει την κιθάρα του και παίρνει θέση πίσω από τα πλήκτρα. Όλες οι εκτελέσεις των κομματιών είναι πολύ καλές και θετικά προς αυτήν την κατεύθυνση λειτουργεί τόσο ο drummer του σχήματος όσο και η πολύ καλή μπασίστρια, ενώ η φωνή και ερμηνεία του ίδιου του King Dude βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα.
Μετά την ολοκλήρωση της παρουσίασης του album, το υπόλοιπο συγκρότημα αποχωρεί και στη σκηνή παραμένει ο King Dude με την κιθάρα του, για να τραγουδήσει κομμάτια από το "solo" υλικό του, από τα οποία ξεχωρίζει η εκτέλεση του Born In Blood και του Lucifer's The Light Of The World, το οποίο βρίσκει σχεδόν όλο το κοινό του Temple να συμμετέχει στην εκτέλεσή του.
Κάποια στιγμή φωνάζει τον Mano Six από τους Skull & Dawn στη σκηνή για να τραγουδήσουν μαζί και παρόλο που o King Dude βρίσκει τον εαυτό του να μπερδεύεται στα lyrics και τα ακόρντα από τις "παραγγελίες" του κοινού τελικά τα καταφέρνει και στη συνέχεια τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την πρόσκληση ευχόμενος το Temple να αποτελέσει έναν πραγματικό μουσικό ναό.
Για κλείσιμο, στη σκηνή επανέρχεται και πάλι το υπόλοιπο συγκρότημα κλείνοντας με ένα ακόμα κομμάτι αυτήν την συνολικά πολύ όμορφη βραδιά.
Μετά το πέρας των συναυλιών, το επίσημο συναυλιακό opening του Temple ακολούθησε το Temple Club Opening, με τη συμμετοχή των djs BMSK, Mackenzie, Simos Ares, Mr. Roussos, Sepho, Rigas, A. Metz, οι οποίοι μας κράτησαν συντροφιά εναλλασσόμενοι back to back μέχρι αργά, με ενδιαφέροντες ηλεκτρονικούς techno ήχους.
Το ξημέρωμα, η αποχώρηση από το Temple μας βρήκε κουρασμένους, αλλά με ένα χαμόγελο για την όμορφη βραδιά που πέρασε, αναμένοντας την εμφάνιση των Aluk Todolo το βράδυ της Κυριακής.
*Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε για μια ακόμα φορά ιδιαίτερα τις διοργανώτριες εταιρίες για την δυνατότητα να καλύψουμε επίσημα το 2-μερο opening του Temple Athens.