clocksound.gr
Search
facebook twitter youtube rss instagram

Ο Michael Gira των Swans στο ClockSound.gr

Επί τη ευκαιρία της κυκλοφορίας του νέου δίσκου, The Glowing Man (ένα από τα 10 καλύτερα άλμπουμ του 2016 για το ClockSound), και του ερχομού των Swans για μία ακόμα φορά στη χώρα μας για δύο συναυλίες στις 3 & 4 Μαρτίου (δείτε λεπτομέρειες εδώ) επικοινωνήσαμε με τον Michael Gira. Ένας τεράστιας ποιότητας καλλιτέχνης, αλλά και μία πολύ ιδιαίτερη και απρόβλεπτη προσωπικότητα, μας μίλησε με πολύ όρεξη για τα νέα κομμάτια, το μέλλον τους, το παρελθόν του και τη χώρα μας!

Μία κουβέντα που είχε τεχνικά προβλήματα στην αρχή, αλλά κατέληξε απολαυστικότατη και πολύ ενδιαφέρουσα, σε διάρκεια τριπλάσια από την προκαθορισμένη. Σας παραθέτουμε μερικά από όσα ειπώθηκαν, προσπαθώντας να μεταφέρουμε και το κλίμα σε κάποιο βαθμό.

 

V.: Πόσο κουραστικό είναι πλέον μετά από τόσα χρόνια τα συνεχή ταξίδια και η περιοδεία?

Michael Gira: Είναι αρκετά κουραστικό όντως, αλλά με κάποιο τρόπο τα καταφέρνουμε. Σε κάθε περίπτωση το πιο σημαντικό μέρος για μας είναι τα ίδια τα σόου, οπότε κοιτάμε να ανασυντονιστούμε.

 

V.: Παραμένει όμως φαντάζομαι πάντα συναρπαστικό να παίζετε κάθε φορά νέο υλικό.

M.G.: Ναι! Πάντα παίζουμε στις συναυλίες μας τα νέα κομμάτια. Έτσι τα πράγματα συνεχώς αλλάζουν.

 

V.: Λέγοντας για το νέο υλικό, ποιος είναι ο Glowing Man?

M.G.: Είναι κάποιος που στέκεται στο χείλος ενός πολύ ψηλού κτιρίου, ρίχνει βενζίνη πάνω του, βάζει φωτιά στον εαυτό του και πηδάει στο κενό! Ολόκληρο το άλμπουμ διακατέχεται από μία γενικότερη θρησκευτική αίσθηση, αλλά ακόμα περισσότερο από την αναζήτηση της συνείδησης. Πάντα προσπαθώ να καταλάβω ακριβώς την κάθε στιγμή.

 

Κάπου εκεί ο Michael Gira άρχισε λίγο να εκνευρίζεται για την κακή ποιότητα της σύνδεσης (σημείωση: δικαίως καθώς μιλούσαμε για οτιδήποτε μη σχετικό με Swans ήδη για 6-7 λεπτά και η συζήτηση ήταν αρκετά δύσκολη). Μετά από λίγη ακόμα προσπάθεια και αρκετά «μ’ ακούς? μ’ ακούς?» προτείνει να συνεχίσουμε την κουβέντα μας δύο μέρες μετά (!). Όπως και έγινε...με πολύ όρεξη από την πλευρά του.

 

V: Να σε ευχαριστήσω αρχικά για το νέο ραντεβού.

M.G.: Φυσικά. Πως είναι η μέρα σου?

 

V: Μια χαρά, αν και αρκετά κουραστική, γεμάτη με μη ενδιαφέροντα πράγματα.

M.G.: Δεν πειράζει. Καλύτερα από το να κάθεσαι μόνος σε ένα δωμάτιο και να αναρωτιέσαι τι να κάνεις με τον εαυτό σου!

 

V: Σίγουρα! Εσύ? Ετοιμάζεσαι για το σόου σήμερα φαντάζομαι.

M.G.: Το μόνο που κάνω κάθε μέρα είναι να προετοιμάζομαι για το βράδυ!

 

Μετά από λίγο αποφασίζουμε να συνεχίσουμε με την συνέντευξη, από εκεί που την είχαμε αφήσει.

 

M.G.:Ο Glowing Man λοιπόν συμβολίζει την στιγμή που έχεις μία ξεκάθαρη σκέψη. Μία σκέψη που περικλείει όλες τις άλλες αλλά και καμία. Μία εντελώς κενή στιγμή.

 

V.: ... ίσως μία στιγμή ελευθερίας.

M.G.: Αν θέλεις να το δεις έτσι φυσικά.

 

V.: Και ποια ήταν η στάση σου για τους στίχους του άλμπουμ γενικότερα?

M.G.: Πάντα ασχολούμαι με το να συγκεντρώνω υλικό από παντού και τελικά το συνολικό αποτέλεσμα δεν διακατέχεται από μία μόνο συγκεκριμένη στάση. Ίσως αν το δω ανά κομμάτι. Θα ήθελες να μάθεις για κάποιο συγκεκριμένα?

 

V.: Cloud Of Unknowing για παράδειγμα

M.G.: Έγραψα αυτό και το Cloud Of Forgetting την ίδια στιγμή. Αναπτύσσαμε σταδιακά τη μουσική ζωντανά αλλά δεν είχα στίχους ακόμα. Απλά τραγουδούσα ότι μου ερχόταν. Εκείνη την περίοδο διάβαζα το βιβλίο “Cloud Of Unknowing” το οποίο γράφτηκε τον 14ο αιώνα από έναν Άγγλο καλόγερο. Αποτελεί μία διδασκαλία για τον σωστό τρόπο του να φτάσεις στην ένωση με το Θείο. Μία αυστηρή μέθοδος για την διακοπή κάθε εξωτερικής σκέψης, λέξεων και οτιδήποτε μπορεί να σε αποσπάσει από το τώρα. Είναι μια μορφή προσευχής, αρκετά κοντά στην Βουδιστική προσαρμογή. Έτσι άρχισα να γράφω δικές μου εκφράσεις που θεωρώ ότι υπαινίσσονταν αυτή την κατάσταση του μυαλού.

 

 

V.: Και όσον αφορά τη μουσική? Βρίσκω τα θορυβώδη μέρη ακόμα πιο οργανωμένα. Φυσικά το αποτέλεσμα είναι ό,τι αναβλύζει από μόνο του από όλους σας, αλλά υπήρχε αυτή τη φορά κάποια συγκεκριμένα προσέγγιση?

M.G.: Όλα είναι πολύ δομημένα όπως σωστά παρατηρείς. Ο ήχος γεννιέται μέσα από τις εμπειρίες και το παίξιμο αλλά με μεγάλες δόσεις αρχιτεκτονικής που επιβάλλεται από εμένα. Όταν παίζουμε και ακούσω κάτι να γεννιέται προσπαθώ να το εξαναγκάσω να αποκτήσει μορφή. Την επόμενη μέρα πιθανώς το ξαναπαίζουμε στο soundcheck ή και στο live και έτσι αλλάζει συνεχώς μορφές. Αλλά πάντα υπάρχει δομή, τίποτα δεν είναι τυχαίο.

Όσον αφορά το όρο noise που ακούω συχνά, δεν τον συμπαθώ καθόλου. Noise σημαίνει για μένα ένας ενοχλητικός τυχαίος ήχος, ενώ αυτό που κάνουμε καταλήγει τελικά αρμονικό, με την παραφωνία να υπάρχει συχνά, αλλά να είναι απόλυτα εκ προθέσεως.

 

V: Συνεχίζοντας, κάτι το οποίο ίσως έχει κουραστεί να απαντάς. Πως και αυτή θα είναι η τελευταία δουλειά των Swans στην υπάρχουσα μορφή τους?

M.G.: Είναι πολλοί οι λόγοι. Ένα, θα ήθελα να τελειώσει όσο ακόμα κάνουμε μουσική με βάση της υψηλότερες δυνατότητές μας. Δουλεύουμε η ίδια ομάδα ανθρώπων στο ίδιο δωμάτιο για πάνω από 200 μέρες το χρόνο για 7 χρόνια. Έτσι αρχίζεις και ξεμένεις από νέα πράγματα που μπορείτε να κάνετε μαζί. Όλοι έχουν τις δικές τους δυνατότητες αλλά φτάνουμε σε ένα σημείο που αυτές έχουν ολοκληρωτικά διερευνηθεί. Οπότε ήρθε η ώρα να αλλάξει το τοπίο.

Θα συνεχίσω τους Swans φέρνοντας και νέους μουσικούς στο στούντιο. Σε πολλά κομμάτια θα είναι και οι υπάρχοντες αλλά δεν θέλω άλλο να είμαι εγκλωβισμένος σε μία στάνταρ μπάντα. Θέλω να είμαι αβέβαιος, να μην ξέρω τι θα συμβεί.

 

V: Ξαναγυρίζοντας στους στίχους, νιώθω από καλλιτέχνες όπως εσύ ότι κάθε ένας συμβολίζει κάτι πολύ προσωπικό, μία στιγμή του παρελθόντος. Και πάντα σκεφτόμουν ότι θα είναι αρκετά δύσκολο κάποιες φορές να τραγουδάει κανείς ζωντανά τέτοιου είδους κομμάτια.

M.G.: Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πόσο προσωπικοί είναι. Είμαι 100% μέσα τους αλλά αγωνίζομαι πολύ σκληρά να τους δώσω μία πιο αφηρημένη εικόνα. Και μετά να μπαίνω μέσα στο δικό τους πλαίσιο για να τους τραγουδήσω. Αλλά δεν είναι εξομολογητικοί. Χρησιμοποιώ τις εμπειρίες μου, θέματα που με ενδιαφέρουν, ανθρώπους, αναμνήσεις, αλλά πάντα προσπαθώ να κάνω τις λέξεις να στέκονται από μόνες τους.

 

V: Ποιες είναι οι σκέψεις σου για την πρώτη και μεγαλύτερη χρονικά περίοδο των Swans (80-90s) ?

M.G.: Δεν το σκέφτομαι και πολύ. Προσπαθώ να ασχολούμαι μόνο με το παρελθόν, τι μουσική να κάνω στη συνέχεια. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η προσπάθεια να κρατηθούν τα πράγματα ζωντανά και ενδιαφέροντα.

 

V: Κατανοητό, αλλά δεν γίνεται να μην ρωτήσω! Εκείνη την εποχή ξέρουμε για την συμπεριφορά σου στη σκηνή, ήταν θα λέγαμε αρκετά έντονη!

M.G.: Ναι, το ξέρω! Υπάρχει ένας μύθος για αυτό...

 

V: Σκέφτεσαι καμιά φορά πλέον κάτι που έκανες στο παρελθόν και γελάς ή αναρωτιέσαι πως το έκανες?

M.G.: Όλα έχουν να κάνουν με το γεγονός οτι βρίσκεσαι μέσα στη στιγμή και θέλεις να εισχωρήσεις πιο βαθιά σε αυτή. Δεν έχει να κάνει με επιθετικότητα αλλά με αυτό που η μουσική η ίδια συνωμοτούσε. Πάντα ήθελα η μουσική να είναι όλο και πιο έντονη και αυτό εμπνέει και διαφορετική συμπεριφορά επί σκηνής.

 

V: Ακούγεται πολύ λογικό υπό αυτήν την προσέγγιση. Μουσική από άλλους καλλιτέχνες που σου προκαλεί ανάλογα συναισθήματα?

M.G.: Πλέον σπάνια έχω χρόνο να ακούσω μουσική. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι και η ακοή μου πλέον είναι αρκετά ευαίσθητη. Αλλά σε κάθε περίπτωση προσπαθώ να ακούω πράγματα.

 

V: Κάτι σχετικά νέο ενδιαφέρον?

M.G.: Η Anna Von Hausswolff θεωρώ είναι καταπληκτική με φοβερή φωνή. Αλλά ας δούμε μαζί το iTunes μου. Πολύ John Cale και Terry Riley, Meredith Monk, John Coltrane (και πολλούς ακόμα που ανέφερε). Αλλά δεν έχω δυστυχώς πολύ indie pop (γέλια)

 

V: Θα μου έκανε έκπληξη αν είχες έστω και ένα! Οκ, βλέπω έχουμε ήδη ξεπεράσει κατά πολύ την διάρκεια που είχαμε συμφωνήσει με τον tour manager (σημείωση: μετά από αρκετές random συζητήσεις που αν γράψουμε θα κάνουμε το άρθρο τεράστιο και κουραστικό). Αρχές Μαρτίου θα επισκεφτείτε ξανά την Ελλάδα για δύο συναυλίες! Αναμνήσεις από τις προηγούμενες επισκέψεις σας?

M.G.: Θέλεις να σου πω την πρώτη μου εμπειρία από την Ελλάδα?

 

V: Εννοείται!

M.G.: Ταξίδευα με ωτοστόπ από τη Γερμανία, στην Γιουγκοσλαβία και τελικά στην Ελλάδα, το 1968 ή ‘69! Και θυμάμαι να βλέπω κάποια στιγμή ακόμα και τανκς αλλά και φωτογραφίες του Παπαδόπουλου παντού. Ακόμα και στα εστιατόρια που πήγαινα είχαν φωτογραφίες του!

 

V: Ναι, σωστό. Ξέρεις, δεν ήταν ακριβώς για διακόσμηση (γέλια).

M.G.: Ναι, το καταλαβαίνω. Και επίσης θυμάμαι πόσο ζεστός ήταν ο καιρός. Αλλά και η Αθήνα για μένα είναι μία τεράστια, ίσως λίγο άσχημη, πόλη αλλά με πανέμορφη καρδιά.

 

V: Αρκετά καλή περιγραφή θα έλεγα! Οκ, θα πρέπει κάπου εδώ να σε αφήσω. Γνωρίζουμε οτι η προπώληση για τα λάιβ στην Ελλάδα πάει πάρα πολύ καλά. Ανυπομονούμε να σας δούμε ξανά!

M.G.: Τέλεια! Πες αν μπορείς ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ από εμένα σε όλους όσους θα έρθουν να μας δουν!

V: Φυσικά. Good luck!

Σχετικά άρθρα

Banner
Banner