Matt Elliott - Live @ Six d.o.g.s, Athens
Matt Elliott
To Six d.o.g.s. είναι γεμάτο, καθηλωμένο και πολύ ζεστό. Κορίτσια και αγόρια, με μέσο όρο ηλικίας κάτω από 30 κάθονται πάνω στο stage χαλαρά, στο πάτωμα, σε γωνίες του χώρου που συνήθως δεν αξιοποιούνται και απολαμβάνουν εκφραστικά.
Ο Εlliott απόλυτα προσηλωμένος. Η ιδιαιτερότητα με το μουσικό αυτού είναι πως το δόσιμο εμφανώς δεν είναι κομμάτι του performance αλλά της ιδιοσυγκρασίας του.
Στο «I Only Wanted to Give You Everything» είναι υπέροχα ανασφαλής. Το σταματάει ενώ είναι εξαιρετική εκτέλεση, επειδή κάπου διέκρινε λάθη. Αυτό, για κάποιο λόγο, δε χαλάει κανένα. Η αίσθηση πως παίζει σπίτι του για κοινό που ήρθε να πιεί μία μπύρα είναι σίγουρα μακριά από το 95% των συναυλιών που μπορεί να παρακολουθήσει κανείς.
Εξομολογείται ότι είναι τρομοκρατημένος με τις πτήσεις ειδικά με το γεγονός ότι πρέπει να είναι αναίσθητος από ηρεμιστικά για να τις αντέξει - και μετά να παραλάβει και βαλίτσες. Τα κορίτσια μπροστά συγκινούνται πολύ. Και κάποια αγόρια ίσως. Αυτό δεν είναι κομμάτι περσόνας ή του σόου. Είναι κομμάτι της μουσικής του Elliott, ειδικά στην πραγματική δυναμική της- που είναι το live- κατά την άποψη μου πολύ πιο ενδιαφέρoυσα από την (σε καμία περίπτωση, βέβαια, αδιάφορη) δισκογραφία του. Με όλη την ανασφάλεια, τον τεχνικό περιορισμό (κατά δήλωση αυτό, εμένα μου είναι αδύνατο να διακρίνω κάτι τέτοιο), την απόσταση από την τελειότητα. Όλο αυτό είναι μέρος (βασικό) της πρότασης του Matt Elliott. Η οποία είναι προφανώς πολύ ιδιαίτερη- και έχει για το λόγο αυτό το συντονισμό με το κοινό που διαθέτει και είναι ισχυρός. Δεν υπάρχουν και τόσο πολλά παραδείγματα ατόφιας τέχνης αυτή τη στιγμή – όχι με τη βαρύγδουπη έννοια του όρου, αλλά με την έννοια της ειλικρινούς έκθεσης και αλληλεπίδρασής σε αισθητηριακά ερεθίσματα με όποιον είναι ανοιχτός και έτοιμος. Και πάντα σε συναισθηματικό επίπεδό – γιατί εδώ συζητάμε μόνο για αυτή τη σφαίρα και όχι για τις άλλες σφαίρες της τέχνης όπως η αισθητική, η ανατροπή ή η πρόταση.
Ο Εlliott στήνει μία παράσταση που φαίνεται εύκολη. Μία κλασική κιθάρα περασμένη σε πεταλιέρα (αλλά κυρίως στεγνή), φωνητικά, φλογέρα σε λίγες στιγμές. Και εν μέσω αυτών η παλιά του κληρονομιά, τα live electronics, ουσιαστικά παιχνίδι με looper και κάποια (καίρια) εφέ πάνω στις πηγές του ήχου του.
Ο εξοπλισμός είναι φτηνά εφέ. Πολλοί «ελιστιστές» sound designers θα τα σνόμπαραν εντελώς. Λόγω του digital, λόγω του αναγκαστικού preset που τα χρησιμοποιείς – για διάφορους λόγους. Κι όμως, ο Elliott, με τον απειροελάχιστο αυτό εξοπλισμό στήνει ένα μυστηριακό παιχνίδι, μία περιπέτεια στον ήχο, ακριβώς στα σημεία που χρειάζεται. Όχι για να αναπαράγει τους δίσκους του, αλλά για να δημιουργήσει μία ζωντανή μυσταγωγική εμπειρία, και μάλιστα με εξαιρετικό ήχο αλλά και μία δεινότητα υψηλού επιπέδου στο χειρισμό και στο timing των εφέ. Το άγχος το οποίο εξέφρασε αρκετές φορές στη διάρκεια της παράστασης για τον παραπάνω χειρισμό (Jesus Christ, I m too old for this stuff) είναι απόλυτα δικαιολογημένος λόγω της, μη εμφανούς στους πολλούς, πολυπλοκότητας – πλην όμως ο χειρισμός ήταν αριστοτεχνικός 100%. Πραγματικά δεν μπόρεσα να αντιληφθώ προβληματική στη διαδικασία αυτή. Αλλά είπαμε. Ο τύπος είναι ανασφαλής, τελειοθηρικός και τα λέει κι όλα όπως τα αισθάνεται. Τι να πούμε;
Βρίσκω το παιχνίδι με τα βάθη του ήχου χειρουργικά καλοδουλεμένο. Ανεξάρτητα αν σου αρέσει η μουσική του ή όχι είναι δεδομένος ο πλήρης συντονισμός με τη δόνηση του ήχου- το οποίο σημειωτέων δεν είναι η νόρμα, είναι ίδιον πολύ ευαίσθητων μουσικών- ανεξαρτήτως "τεχνικών " ιδιοτήτων και ταλέντου. Ο Elliott είναι εκεί 100%. Η ύπαρξη του είναι μουσική 100%. Και αυτό είναι τόσο ευθύβολο που δεν μπορείς να το προσπεράσεις με τίποτα ανεξαρτήτως αισθητικών θέσεων και προτιμήσεων.
Tην τελευταία ώρα παίζει όντως παραγγελίες που είχε ζητήσει στο facebook. Κάποια παραδέχεται ότι δεν τα έχει προβάρει κ ότι έχει καιρό να παίξει. Κάποια τα σταματάει καθώς αισθάνεται πως δεν τα έχει. Ακόμα και εκεί η παράσταση έχει ενδιαφέρον – και η κίνηση και μόνο αυτή της διακοπής λόγω τελειομανίας φαίνεται να συγκινεί μονίμως το -πλέον φανατικό από το- κοινό του.
Το «Dust Flesh and Bones» είναι αριστουργηματικό και θυμάμαι πως έχω πολύ καιρό να συγκινηθώ ουσιαστικά σε συναυλία. Έτσι ακριβώς αισθάνεσαι μόνος. Χωρίς χρώμα. Ακριβώς η αίσθηση. Ατόφια πραγματικότητα.
Δύο ώρες live με πολύ πάθος και καληνύχτα χωρίς encore. Live μακριά από hype, star system, εικόνα, social media. Μουσική, επικοινωνία και ουσία.