Ejekt Festival 2017- Kasabian, The Jesus & Mary Chain κ.α. (Day 2)
Την Παρασκευή 14 Ιουλίου η ομάδα του ClockSound κατηφόρισε για μία ακόμα φέτος στην Πλατεία Νερού για να παρακολουθήσει τη δεύτερη ημέρα του φετινού Ejekt Festival. Στις 24 Ιουνίου είχε πραγματοποιηθεί η πρώτη ημέρα του festival, τις εντυπώσεις μας για την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ. Η αλήθεια είναι ότι καθώς οι δύο ημερομηνίες απείχαν σχεδόν είκοσι μέρες μεταξύ τους, ο χαρακτηρισμός της διοργάνωσης ως φεστιβάλ δεν είναι απολύτως εύστοχος. Σε κάθε περίπτωση όμως, το ενδιαφέρον μας ήταν μεγάλο για τις συναυλίες της Παρασκευής, λόγω της εμφάνισης των αγαπημένων μας The Jesus & Mary Chain όσο και και των έμπειρων headliner Kasabian. Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή...
Black Hat Bones
Οι Black Hat Bones είναι ένα αθηναϊκό συγκρότημα και έχει κυκλοφορήσει από το 2011 έως σήμερα ένα EP και δύο albums, εκ των οποίων το δεύτερο "Born In a Thunder" κυκλοφόρησε πρόσφατα, τον Μάρτιο του 2017. Η τετραμελής μπάντα ανέβηκε στην σκηνή του Ejekt Festival στις 17:35, και ξεκίνησε με διάθεση να μας παρουσιάζει τις συνθέσεις τους. Ο κόσμος εκείνη την ώρα ήταν αρκετά περιορισμένος, λιγότερος από τον κόσμο που είχε έρθει την αντίστοιχη ώρα στην πρώτη ημέρα του Ejekt. Οι Black Hat Bones χτίζουν τα κομμάτια τους με την κλασική συνταγή κιθάρα, μπάσο, ντραμς φωνή, τα οποία υφολογικά παραμένουν πιστά στο heavy rock ιδίωμα. Η κιθάρα δεν χάνει ευκαιρία για σολάκι, η φωνή μελωδική εντός των πλαισίων του είδους (δεν είμαι γνώστης του είδους αλλά προσωπικά τα τραβήγματα σε πολλά σημεία μου θύμισαν ... Bruce Dickinson), στιβαρό μπάσο και drums.
Η εμφάνισή τους στη σκηνή του Ejekt Festival απέδειξε ότι είναι καλοί μουσικοί και δεμένη μπάντα και φαίνονται να απολαμβάνουν την εμφάνισή τους. Προσωπικά, το μουσικό είδος στο οποίο κινούνται δεν με αγγίζει και δεν μπόρεσα να δω στις συνθέσεις τους κάτι που να μου τραβήξει το ενδιαφέρον. Θεωρώ ότι υφολογικά δεν ήταν πολύ ταιριαστοί στο line up της ημέρας και ότι θα στέκονταν πολύ καλύτερα σε κάποιο άλλο πιο "hard" ή "metal" festival, ή ακόμα καλύτερα σε έναν κλειστό χώρο ανάμεσα σε πιο οικείο ακροατήριο. Όπως και να έχει πάντως, οι Black Hat Bones, έκαναν μπροστά στο περιορισμένο κοινό μία τίμια εμφάνιση διάρκειας 35 λεπτών, παραχωρώντας τη θέση τους στους of Montreal.
(Η.Σ.)
of Montreal
Οι of Montreal, μην σας εξαπατάει το όνομά τους, κατάγονται από την Athens της Georgia και υφίστανται ως συγκρότημα από το μακρινό 1996. Βασικός πυρήνας της μπάντας είναι ο τραγουδιστής Kevin Barnes, ο οποίος αποτελεί και το μοναδικό σταθερό μέλος του συγκροτήματος μέχρι σήμερα, το οποίο έχει κυκλοφορήσει ούτε λίγο ούτε πολύ δεκατέσσερα albums, το τελευταίο "Innocence Reaches" το 2016. Το ζενίθ της εμπορικής επιτυχίας τους ήταν στα μέσα των 00s με τα εξαιρετικά albums "The Sunlandic Twins" και "Hissing Fauna, Are You the Destroyer?", το οποίο προσωπικά θεωρώ ανάμεσα στα καλύτερα albums των 00s. Υφολογικά, η μουσική των of Montreal είναι λίγο art pop, λίγο experimental pop, άλλοτε με περισσότερα ηλεκτρονικά και άλλοτε με περισσότερα rock στοιχεία και γενικά αποτελούν ένα σχετικά ιδιόρρυθμο αλλά και ιδιαίτερο συγκρότημα, γεγονός που απέδειξαν με την εμφάνιση στο Ejekt Festival.
Η μπάντα εμφανίστηκε επί σκηνής στις 18:30, όταν ο κόσμος μπροστά στη σκηνή ήταν σχετικά λίγος και πολλοί προτιμούσαν να κάνουν βόλτες στα προωθητικά περίπτερα του χώρου. Τρία μέλη με πλήκτρα/samplers/laptops, drums και ο Barnes με ένα εξαιρετικό πορτοκαλί cross-dressing σετ φουστίτσα-τοπάκι με μπλε καλσόν, παντοφλίτσα και ξανθιά περούκα, ενσαρκώνοντας την εναλλακτική περσόνα που χρησιμοποιεί στις εμφανίσεις τους, Georgie Fruit. Η καταγραφή του ύφους ορισμένων ατόμων από το κοινό ίσως είχε κάποια αξία, αλλά οι of Montreal επί σκηνής είναι τόσο καλοί και μας αφήνουν ανεπηρέαστους από τέτοια φαινόμενα, μαγνητίζοντας το βλέμμα μας στη σκηνή όχι λόγω της οπτικής ιδιαιτερότητας, αλλά λόγω της πολύ καλή μουσικής που μας προσφέρουν.
Το σετ τους αρχίζει με περισσότερο ηλεκτρονικά κομμάτια και δεδομένου ότι πλην των drums οι υπόλοιποι ήχοι παράγονται αμιγώς με ηλεκτρονικά μέσα, ο ήχος στην αρχή είναι σχετικά μπουκωμένος, αλλά σχετικά γρήγορα βελτιώνεται. Το συγκρότημα επί σκηνής είναι ιδιαίτερα ανεβασμένο, με επικεφαλής τον Barnes ο οποίος δεν σταματάει να χορεύει και να ποζάρει, ενώ η φωνή του στο live δεν χάνει καθόλου. Highlights στο πρώτο "ηλεκτρονικό" κομμάτι της εμφάνισής τους ξεχωρίζουν τα Let's Relate και It's Different For Girls, από την τελευταία τους δουλειά "Innocence Reaches".
Κάποια στιγμή ο Barnes αποχωρεί από τη σκηνή, μόνο και μόνο για να εμφανιστεί πάλι πάνω της με διαφορετικό ροζ σύνολο και περούκα. Η επανεμφάνισή του συνοδεύεται με το Bunny Ain't No Kind of Rider και στη συνέχεια έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε μερικά από τα διαμαντάκια τους όπως το Gronlandic Edit, το Heimdalsgate Like a Promethean Curse και φυσικά τη μεγαλύτερη επιτυχία τους το μακροσκελές new wave The Past Is a Grotesque Animal.
Θεωρώ ότι πολύ μικρή μερίδα του κόσμου ήταν εξοικειωμένοι με το υλικό και το ύφος των of Montreal, αλλά το συγκρότημα πολύ σύντομα κατάφερε να τραβήξει το ενδιαφέρον, το οποίο συγκεντρώθηκε μπροστά στη σκηνή και επιδόθηκε σε λίκνισμα και για πρόωρο, για την ώρα, χορό, προσφέροντας μία από τις καλύτερες εμφανίσεις στο φετινό Ejekt Festival.
(Η.Σ.)
Peter Hook & The Light
Συνέχεια στο Ejekt με τον ιδιαίτερα αγαπητό στη Ελληνικό κοινό Peter Hook, μπασίστα των Joy Division και των New Order, υπό την μορφή του σχήματος Peter Hook & The Light. Ο Peter εκτός από τα δύο αυτά επιδραστικότατα συγκροτήματα, δεν έχει σταματήσει να είναι δραστήριος μουσικά, έχοντας περιοδεύσει με διάφορα σχήματα ως μπασίστας στα 90s, όπως οι Durutti Column, ενώ από την ίδια περίοδο αρκετοί μπορεί να θυμούνται το συγκρότημα Monaco το οποίο είχε ιδρύσει. Από το 2010 και μετά πάντως, ο "Hooky" εμφανίζεται κάθε χρόνο με το όχημα των The Light, των οποίων τα τρία μέλη προέρχονται από τους Monaco, ενώ δεύτερο μπάσο στο σχήμα παίζει ο γιός του Jack Bates, και παρουσιάζει υλικό από Joy Division και New Order.
Η εμφάνισή του στο Ejekt Festival είχε ανακοινωθεί ότι θα περιλαμβάνει αποκλειστικά υλικό από Joy Division και δεδομένου ότι τόσο οι Joy Division, αλλά και ο Hook ο ίδιος είναι ιδιαίτερα αγαπητοί στην Ελλάδα, υπήρχε πολύς κόσμος, και αρκετός μεγαλύτερης ηλικίας που είχε έρθει κυρίως για την εμφάνιση των Peter Hook & The Light. Η μπάντα βρέθηκε επί σκηνής λίγο μετά τις 19:30 και ξεκίνησε με το όχί τόσο γνωστό No Love Lost της εποχής των Warsaw. Ωραίο κομμάτι αν και περίεργη επιλογή για έναρξη του σετ, και δυστυχώς εντύπωση μας κάνει ότι ο ήχος είναι πολύ μέτριος. Τα δύο μπάσα μπουκώνουν, χτυπάνε άσχημα τα ηχεία και δυστυχώς το πρόβλημα αυτό παραμένει για το μεγαλύτερο τμήμα της συναυλίας. Συνέχεια με Digital και Disorder, δύο πολύ αγαπημένα κομμάτια στα οποία ο κόσμος ανταποκρίνεται έντονα, ανταπόκριση που όμως κατά τη γνώμη μου δε δικαιολογείται από τις εκτελέσεις. Ίσως να φταίει η έλλειψη νεύρου από την μπάντα, ο μέτριος ήχος, η αδιάφορη σκηνική παρουσία ή το γεγονός ότι ήταν ακόμα ημέρα το θέμα είναι πάντως πως ο Peter Hook δεν καταφέρνει να τραβήξει το ενδιαφέρον των non-die-hard fans.
Η setlist του Peter Hook ήταν ένα άτυπο best of των Joy Division, με κομματάρες όπως New Dawn Fades, She's Lost Control και Shadowplay να διαδέχονται η μία την άλλη, χωρίς όμως να μας αγγίζουν ιδιαίτερα. Ήταν σαν ο Peter Hook να ήταν αποστασιοποιημένος από το ειδικό βάρος που έχουν οι Joy Division και η δισκογραφία τους, παραθέτοντάς μας απλές διασκευές, σχετικά πιστές στα originals. Ειδικά στο Shadowplay, δεν μπορέσαμε να μην φέρουμε στο νου μας τη διασκευή των Killers στον ίδιο χώρο την πρώτη ημέρα του φεστιβάλ και πόσο πιο επικοινωνιακά είχε περάσει αυτή στον κόσμο. Πολλά ακόμα καλά κομμάτια σε σχετικά μουδιασμένες εκτελέσεις, θα ξεχωρίσω ως τα δύο καλύτερα της εμφάνισης του Peter Hook, εκτός από το εναρκτήριο No Love Lost, το Interzone αλλά και τον απόλυτο ύμνο Love Will Tear Us Apart, ένα κομμάτι που δεν μπορεί πραγματικά να φανεί αδιάφορο σε καμία του εκτέλεση.
(Η.Σ.)
The Jesus & Mary Chain
Μετά από τον χλιαρό Peter Hook, είχαμε εναποθέσει όλες μας τις ελπίδες στους The Jesus And Mary Chain, οι οποίοι ως από μηχανής θεοί (όνομα και πράγμα), έσωσαν την κατάσταση. Η σκοτσέζικη μπάντα δημιουργήθηκε το 1983 από τους αδελφούς Jim και William Reid και μετά από 5 άλμπουμ σταμάτησε τη δραστηριότητά της το 1999. Το 2017 τα μέλη της μπάντας ένωσαν ξανά τις δυνάμεις τους με το δίσκο “Damage And Joy” και αποδείχθηκε ότι πολύ καλά έπραξαν!
Η άνοδος των The Jesus And Mary Chain στη σκηνή ήταν χαμηλών τόνων. Χαιρέτισαν, συστήθηκαν, και άφησαν τη μουσική τους να μιλήσει. Με τα Amputation, April Skies, Head On, Far And Gone και Between Planets άφησαν τον πρόλογο και προχώρησαν κατευθείαν στο κυρίως θέμα. Η εκρηκτική αυτή αρχή, που είχε και καλό ήχο και ενέργεια στο φουλ, γέμισε τις μπαταρίες του κοινού. Φάνηκε ξεκάθαρα ότι η πλειοψηφία του κόσμου βρισκόταν στην πλατεία νερού για να ακούσει τον υπέροχο ήχο των The Jesus And Mary Chain, γεγονός που είναι εύλογο, αφού έχουν περάσει 20 χρόνια από την τελευταία τους εμφάνιση στην Ελλάδα.
Πάντως, ούτε η πολυετής μακρόχρονη πορεία τους, αλλά ούτε η παύση που έκαναν το διάστημα 1999 με 2017 τους επηρέασε, καθώς παραμένουν μια σταθερή αξία στο χρόνο. Κατά τη διάρκεια της εμφάνισής τους ακούσαμε αρκετά δείγματα από τη νέα τους δουλειά (Amputation, Always Sad, All Things Pass, War On Peace), τα οποία κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με τα πιο παλιά τους κομμάτια και συνολικά επισφραγίζουν την ταυτότητα της μπάντας, συνδέοντας το τώρα με το τότε.
Από τη θέρμη με την οποία το κοινό αγκάλιασε τη συναυλία των The Jesus And Mary Chain και από την αφοσίωσή τους στο «θεϊκό» τους έργο επί σκηνής, διαπιστώσαμε ότι οι λάτρεις της post punk θρησκείας, και κυρίως όσοι έχουν περάσει την ηλικία τουλάχιστον των πρώτων …άντα, είναι πολλοί και ανταποκρίνονται σε κάθε ζωντανή εμφάνιση συγκροτημάτων αντίστοιχου ύφους και παρόμοιου βεληνεκούς. Ευχή μας λοιπόν, να βλέπουμε τέτοιες μπάντες-θρύλους πιο συχνά επί ελληνικού εδάφους.
Από την αρχή μέχρι το τέλος, οι The Jesus And Mary Chain ήταν οι ωραίοι, cool τύποι από τα παλιά, που ακόμα κρατούν γερά και ροκάρουν με ένα τόσο απλοϊκά αυθεντικό στυλ που μας έκαναν να νιώθουμε όχι… Halfway To Crazy, όπως λέει ο τίτλος γνωστού τραγουδιού τους, αλλά crazy… all the way!
(Dimitra Malainou)
Kasabian
Μετά την εξαιρετική εμφάνιση των The Jesus & Mary Chain ήρθε η ώρα για την εμφάνιση των headliners του festival, Kasabian. Οι βρετανική μπάντα από το Leicester, και ιδιαίτερα αγαπητή στο Ελληνικό κοινό, και έχουν ξαναβρεθεί στην Ελλάδα το 2012 και 2014, και καινούριο album κυκλοφόρησαν τον Μάιο, με σχετικά καλές κριτικές και παγκοσμίως θεωρούνται ένα πολύ καλό live act. Επομένως, ακόμα και για όσους είχαν έρθει στο Ejekt Festival κυρίως για τους The Jesus & Mary Chain, η επιλογή των Kasabian ως headliners ήταν θετική, καθώς θα ήταν αν μη τι άλλο ανεβαστική και διασκεδαστική.
Οι Kasabian βγήκαν στη σκηνή της Πλατείας Νερού στις 23:00, φέρνοντας μας στο νου και τονίζοντας την αντίθεση με το ομολογουμένως τεράστιο κενό πριν την εμφάνιση των Killers την πρώτη ημέρα του festival. Ο τετραμελής πυρήνας της μπάντας εμφανίστηκε στη σκηνή πλαισιωμένος από τρία επιπλέον μέλη και αρχίζουν με το III Ray (The King), πρώτο κομμάτι από το φετινό τους album "For Crying Out Loud". Εντύπωση μας κάνει απευθείας ότι ο ήχος είναι σχετικά χαμηλός σε ένταση, ακόμα και στον χώρο μπροστά από τους ηχολήπτες η ένταση επιτρέπει να ακούς πολύ άνετα τις συνομιλίες των διπλανών σου. Σίγουρα η χαμηλή ένταση δεν αποτελεί καλή αρχή για το ξεφάντωμα που περιμέναμε και τα Bumblebee και Eez-Eh, είναι οριακά πιο ανεβαστικά, παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες του τραγουδιστή Tom Meighan και ένα σύντομο πέρασμα του Eez-Eh από το Around The World των Daft Punk.
Για τη συνέχεια, το αγαπημένο Underdog και η ένταση του ήχου βελτιώνεται, ενώ η εμφάνιση των Kasabian αρχίζει να αποκτάει περισσότερο νεύρο και ρυθμό. Άλλο ένα αγαπημένο στη σειρά, Shoot The Runner, πριν δώσει τη θέση του στο You're In Love With a Psycho, υπενθυμίζοντάς μας, μαζί με το Halfway To Crazy που είχαμε ακούσει πριν κάποια ώρα από τους Jesus, ότι έχουμε όλοι έναν ή περισσότερους/ες στη ζωή μας! Τα I.D. και Club Foot, από το πρώτο ομότιτλο album τους που ακολουθούν, μας ανεβάζουν ακόμα περισσότερα και το κοινό αρχίζει να συμμετέχει πιο ενεργά στο πάρτι που στήνουν οι Kasabian. Προσωπικά βρίσκω το υλικό που προέρχεται από τα "Velociraptor!" και "48:13" υποδεέστερο των τριών πρώτων κυκλοφοριών τους, αλλά παρόλα αυτά, κομμάτια όπως το Treat ή το Re-Wired λειτουργούν πολύ καλά σε live συνθήκες και υποστηρίζονται από την σκηνική παρουσία του συγκροτήματος. Ιδιαίτερα θετική εντύπωση μου έκανε η προσθήκη τρομπέτας σε αρκετά κομμάτια, που λειτούργησε πολύ καλά στο σύνολο.
Πολύ καλύ εντύπωση κάνει επίσης η εκτέλεση του Bless This Acid House, η οποία ενισχύθηκε με την καλή επικοινωνιακή χημεία και των εναλλαγών του διδύμου Tom Meighan και Sergio Pizzorno, η οποία υπήρχε κατά όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Ατυχής στιγμή θεωρώ ήταν η επιλογή του αδιάφορου Put Your Life On It για προτελευταίο κομμάτι πριν κλείσουν το κυρίως τμήμα της συναυλίας τους. Επίσης, η προτροπή προς το κοινό να ανάψει ... αναπτήρες μας φέρνει στο νου εικόνες του παρελθόντος που με τρόμο διαπιστώνουμε ότι επιστρέφουν εντός του 2018. Την κύρια εμφάνισή τους έκλεισαν οι Kasabian με το ιδιαίτερα αγαπητό L.S.F. (Lost Souls Forever), με το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου να χορεύει στους ρυθμούς του.
Σύντομο διάλειμμα με την αποχώρηση και επιστροφή με το καινούριο Comeback Kid, το οποίο διαδέχτηκε το Vlad The Impaler, ενδεχομένως η πιο δυνατή στιγμή της εμφάνισής τους, ενώ κλείσανε το set τους με το crowd-teaser Fire, όπως συνηθίζουν. Συνολικά η εμφάνισή των Kasabian δεν ήταν κακή, αλλά ούτε όσο ανεβαστική περίμενα. Θεωρώ ότι σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε αφενός η αρχική ένταση του ήχου, που πήρε το χρόνο της μέχρι να φτάσει στα απαιτούμενα επίπεδα και αφετέρου η σειρά με την οποία επιλέχτηκαν να παρουσιάσουν τα κομμάτια της setlist. Ενώ υπήρχε κλιμάκωση στο live, συχνά περιοριζοταν από μερικά κομμάτια που δε θα χαρακτήριζα ως αμιγώς Α' επιλογής υλικό των Kasabian. Από την άλλη, οι Kasabian δεν ήταν ποτέ κάτι παραπάνω από ένα electronic rock act, με ορισμένες πινελιές ψυχεδέλειας, πάντα συμπαθείς, ποτέ όμως άξιοι αποθέωσης, ειδικά μετά τα τρία πρώτα albums τους. Επομένως σε αυτά τα πλαίσια θεωρώ ότι ότι έδωσαν μία καλή συναυλία, ήταν ευχάριστοι και επικοινωνιακοί, αλλά δεν πρόσθεσαν ή αφαίρεσαν κάτι στην εικόνα που είχα εξαρχής για αυτούς.
(Η.Σ.)