Converge – The Dusk In Us

Θα ξεκινήσουμε αυτό το άρθρο λέγοντας οτι δεν υπάρχει καμία άλλη μπάντα που να παίζει σαν τους Converge. Η μοναδικότητά τους είναι πρωτοφανή για τα σημερινά δεδομένα. Ένα πολύ δύσκολο άκουσμα, το οποίο όμως ανταμείβει απόλυτα όποιον εμβαθύνει στα έργα. Είναι άκρως εντυπωσιακό το γεγονός οτι οι ίδιοι δεν επαναπαύονται ούτε λεπτό και με κάθε νέα κυκλοφορία μέχρι τώρα διαφοροποιούσαν, ή καλύτερα εξέλισσαν, τον ήχο τους. Πάντα με επιτυχία και με άλμπουμ ασύγκριτης ποιότητας.
Η χαοτική τους πρόταση πάντα φάνταζε στο μυαλό μου ως πνευματική εμπειρία, τροφοδοτούμενη επίσης από τους καταπληκτικούς, συχνά εσωτερικούς ή κοινωνικούς, στίχους του Jacob Bannon.
Η μπάντα έφτασε αισίως στον 9ο στούντιο δίσκο της (εξαιρώντας συλλογές, live και split άλμπουμ) και περιμέναμε με μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσουμε τη νέα τους προσφορά. Αλλά ειχαμε μια αίσθηση οτι μετά από τόσα χρόνια ίσως ήρθε η ώρα η σχέση με τη μουσική τους να αποδυναμωθεί λίγο.
Τελικά αυτό δεν μας το επέτρεψαν. Με το "The Dusk In Us", οι Converge συνεχίζουν να κάνουν ότι περιγράψαμε πιο πάνω. Ακόμα περισσότερη εξέλιξη, ύφος που δεν έχουμε ξανακούσει ποτέ από τη μπάντα και συνθέσεις άκρως εμπνευσμένες!
Τα γνωστά χαοτικά σημεία των Converge είναι εδώ, ντυμένα με καταπληκτικά riff, επιθετικά και ποικίλα φωνητικά, βαρύ μπάσο και τα μανιασμένα τύμπανα του Ben Koller. Ο δίσκος όμως βρίθει από επιπλέον ιδιαίτερες και καταπληκτικές στιγμές:
Όπως το δυσαρμονικό παίξιμο του Kurt Ballou κάτω από τα επιθετικά φωνητικά και οι απεγνωσμένες φωνές του Bannon με post-rock συναισθηματικά κιθαριστικά θέματα, στο εναρκτήριο A Single Tear.
Η μακρόσυρτη κιθάρα στο ρεφρέν του Under Duress και τα “Jesus Lizard” φωνητικά.
Στo I Can Tell You About Pain, το ευφάνταστο riff, τα overdubs στις φωνές που θυμίζουν Black Metal, το κλείσιμο με το feedback και την φωνή βγαλμένη από ταινία τρόμου. Ή το Wildlife, με ένα από τα πιο ευδιάκριτα ρεφρέν που έχουν γράψει.
Το punk-influenced Trigger με αμερικάνικα noise-rock περάσματα (βλέπε Unsane) και την σύντομη παρεμβολή του riff των Slayer.
Το ομώνυμο όμως The Dusk In Us είναι αυτό που κάνει πραγματικά τη μεγάλη διαφορά. Με διάρκεια άνω των 7 λεπτών, οι ρυθμοί πέφτουν, η φωνή του Bannon είναι καθαρή με πολύ έντονο χρωματισμό και ένα ύφος που μας παραπέμπει ίσως πιο πολύ σε προσωπικές δουλειές του Scott Kelly. Ή ίσως Swans. Αλλά και σε τίποτα από αυτά. Γιατί και πάλι ακούγεται όλη η σύνθεση τόσο αυθεντική. Είναι εντελώς νέο, αλλά και εντελώς Converge. Ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει ποτέ!
Στιχουργικά, ο Bannon μας χαρίζει μία ακόμα ποιητική συλλογή που ρουφάει τον αναγνώστη. Ένας υψηλού επιπέδου χειριστής της γλώσσας κατασκευάζει εικόνες αληθινές, έντονες, με την φαινομενική συχνά απαισιοδοξία να είναι απλά συνειδητοποίηση της πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που μπορεί να μην είναι αληθινή σε όλους μας, αλλά όλοι μας μπορούμε να την αναγνωρίσουμε γύρω μας.
Τραγουδά για την χαμένη αθωότητα και την διαδικασία καθώς η νεότητα σιγά σιγά καίγεται, για τον πόνο από δυσάρεστες εμπειρίες, ο οποίος μεταμορφώνεται σε ένα ακόμα λουλούδι στον τάφο της αδιαφορίας, στο γεγονός οτι ο κόσμος είναι μια σκανδάλη χωρίς τέλος και πρέπει κανείς να θάψει το όπλο του για να αρχίσει να βλέπει τα πράγματα όπως είναι.
Ή στο Thousands Of Miles Between Us, όπου μας δίνει μία ρεαλιστική περιγραφή της συναισθηματικής κατάστασης μετά από το τέλος μιας σχέσης, της απέλπιδας προσπάθειας να πείσει κανείς τον εαυτό του να παραμείνει δυνατός, μια αναγκαία διαδικασία μέχρι την τελική πραγματοποίηση και δύναμη.
Ή στο Reptilian όπου φωνάζει “We must lose sight of the shore to know what courage means, We must lose sight of who we are to know what we can be”.
Δεν υπάρχει κάτι αρνητικό που να μπορούμε να πούμε για αυτό το δίσκο. Οι Converge αλλάζουν, αλλά διατηρούν την μοναδικότητα τους, την ποιότητα και το βάθος στη μουσική και τους στίχους τους.
Ανυπομονούμε να απολαύσουμε τα νέα κομμάτια ζωντανά, στο Roadburn Festival τον ερχόμενο Απρίλη.
Epitaph/Deathwish, 03.11.2017