ClockSound
Search
facebook twitter youtube rss instagram

Ty Segall - Freedom's Goblin

Rate
8
RECOMMENDED
Ας αρχίσουμε αυτήν την κριτική κάπως ανορθόδοξα. Δεν σταματά να μου προκαλεί εντύπωση πόσοι ακροατές μουσικής στην Ελλάδα, ακόμα και επαγγελματίες στον χώρο, παραπονιούνται ότι α) δεν παράγεται καινούρια μουσική (σε ό,τι αφορά τα είδη) και β) ότι οι νέοι μουσικοί δεν είναι εξίσου αξιόλογοι με τους παλιότερους, ακριβώς γιατί δημιουργούν μουσική που δεν εντάσσεται στα είδη του παρελθόντος και με μέσα διαφορετικά από αυτά του παρελθόντος (κυρίως μιλώντας για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές ). Το πρώτο πράγμα που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι το πόσο αντιφατικά είναι αυτά τα δύο παράπονα μεταξύ τους και το δεύτερο είναι ο απίστευτος βαθμός στον οποίο απέχουν από την πραγματικότητα, εφόσον, ακριβώς το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια παράγεται μουσική με εντελώς καινούρια μέσα έχει οδηγήσει στην δημιουργία ενός ήχου εκ θεμελίων διαφορετικού και καινοτόμου. Ασφαλώς πρέπει και να θίξουμε το θέμα του πόσο η νέα γενιά μουσικών εκφράζει συναισθήματα μέσα από τα έργα της (και η μουσική της είναι βαθιά συναισθηματική) με τρόπο εντελώς διαφορετικό από το παρελθόν, τόσο διαφορετικό που ωθεί την πλειοψηφία ίσως των ακροατών να χαρακτηρίζουν την μουσική αυτών των καλλιτεχνών ως άψυχη. 

Με τον ίδιο τρόπο, θα μπορούσε κανείς όμως να κρίνει και έναν δίσκο που εντάσσεται με σαφήνεια στην μουσική παράδοση των τελευταίων 60 χρόνων από την ανάποδη πλευρά του καθρέφτη. Δηλαδή να υποστηρίξει ότι ο ήχος του ανήκει στο παρελθόν, ότι το ίδιο πράγμα έχει ξαναγίνει καλύτερα απο δημιουργούς του παρελθόντος, ότι στηρίζεται στους ώμους γιγάντων και δεν προσφέρει κάτι νέο. 
 
 
Kάπως έτσι φτάνουμε στον Ty Segall και το δέκατο προσωπικό studio album του, "Freedom’s Goblin", που κυκλοφόρησε και αυτό από την Drag City. Δέκα προσωπικά albums σε δέκα χρόνια, ένα κάθε χρόνο, χωρίς να μετράμε τις υπόλοιπες κυκλοφορίες του με τα άλλα projects στα οποία συμμετέχει. Για τον τελευταίο του δίσκο ο Segall κράτησε την υπόσχεση του να διατηρήσει την μπάντα με την οποία ηχογράφησε τον προηγούμενο δίσκο του, ο οποίος φέρει το όνομά του, δηλαδή την The Freedom Band. To όνομα της μπάντας, το οποίο προέκυψε μετά από την ηχογράφηση του "Τy Segall" του 2017, είναι ενδεικτικό της ανάγκης του για καλλιτεχνική ελευθερία, μια ανάγκη που βρήκε την έκφρασή της μέσα από έναν δίσκο πολυσυλλεκτικό και πολυπρόσωπο όπως ήταν το "Ty Segall". H ανάγκη αυτή προφανώς κάθε άλλο παρά εγκατέλειψε τον Καλιφορνέζο δημιουργό. Τοποθετώντας και πάλι στις ίδιες θέσεις τους Mikal Cronin (μπάσο), Charles Moothart (drums) και Emmett Kelly (κιθάρα), μαζί με τον Ben Boye στο πιάνο και επιστρατεύοντας ξανά τον θρυλικό Steve Albini, ονομάζει τον τελευταίο του δίσκο "Freedom’s Goblin", τόσο προς τιμήν της μπάντας του, όσο και για να γιορτάσει αυτή την αίσθηση καλλιτεχνικής ελευθερίας. Ένα ελεύθερο, σκανταλιάρικο τερατάκι, γέννημα της παράδοσης και της μουσικής κληρονομιάς του Ty. 

Δεν πρόκειται για το πρώτο διπλό LP του Segall καθώς έχει προηγηθεί το "Manipulator" του 2014, πρόκειται όμως για το μεγαλύτερό του σε διάρκεια έως σήμερα. Στα 74 λεπτά και 48 δευτερόλεπτα που διαρκεί και στα 19 κομμάτια που το αποτελούν ο Ty Segall και η μπάντα του, σαν το ελεύθερο, σκανταλιάρικο ξωτικό του τίτλου, πηδούν από το ένα στιλ και από το ένα είδος στο άλλο, σε έναν καταιγισμό ιδεών που έρχονται από όλα τα πιθανά μέρη στο φάσμα του ροκ. Το αποτέλεσμα: ένα album χωρίς φραγμούς.

To εναρκτήριο Fanny Dog, γραμμένο για την σκυλίτσα του Ty, διαθέτει επική ενορχήστρωση με ορυμαγδό πνευστών, πλήκτρων, σόλο κιθάρας και σύνθεση τόσο εκλεκτική όσο και προορισμένη για headbanging. Χωρίς αμφιβολία, η Fanny θα είναι περήφανη που ένας τόσο badass ύμνος γράφτηκε προς τιμήν της. Η συνέχεια έρχεται με το Rain, ένα κομμάτι του οποίου η μελαγχολική, παιγμένη στο πιάνο, μελωδία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το προηγούμενο. Στις πρώτες ακροάσεις του δίσκου μου φάνηκε σαν το κομμάτι που έχει τοποθετηθεί στην πιο άκυρη θέση στο δίσκο, μιας και πρόκειται για ένα track από αυτά που συνήθως τοποθετούνται στο τέλος ενός album. Μετά από διαδοχικές ακροάσεις ωστόσο, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι ο Segall τοποθετεί τα δύο πρώτα κομμάτια του Freedom's Goblin με αυτή την σειρά για να καταστήσει από την αρχή σαφές με τρόπο απόλυτο ότι πρόκειται για ένα album που δεν γνωρίζει περιορισμούς και που επιδιώκει να συμπεριλάβει ενστικτωδώς και χωρίς λογοκρισία όσο περισσότερες ιδέες και επιρροές μπορεί. 
 
 
 

Το Everyone’s a Winner, cover του αντίστοιχου τραγουδιού των Hot Chocolate είναι ένας disco-funk ύμνος προικισμένος με εξαιρετικά κιθαριστικά riffs, που παραπέμπουν σε space και glam rock. Mαζί με το Despoiler of Cadaver είναι από τα πιο groovy κομμάτια του δίσκου, μολονότι στο Despoiler Cadaver είναι τα μπάσα αυτά που έχουν τον πρώτο λόγο. Για λίγο όμως μόνο, καθώς, οι κιθάρες αφηνιάζουν και πάλι στο When Mommy Kills You που ακολουθεί. Το Alta ξεκινά με ένα εύθραυστο πιάνο το οποίο σύντομα διαδέχονται κιθαριστικά solos τα οποία με έναν φοβερό τρόπο παραπέμπουν τόσο σε Guns and Roses όσο και σε Hawkind.
 
Πλήρης αλλαγή σε είδος ξανά και στροφή προς riot grrrrl punk με το Meaning, στα φωνητικά του οποίου συναντάμε την κοπέλα του Segall. Beatl-ικοί mellow pop τόνοι για το Cry Cry Cry, ένα μικρό μελωδικό κομψοτέχνημα που διαθέτει και folk στοιχεία. Garage fuzz που λοξοκοιτάζει το glam rock για το Shoot you Up. To Υou Say All the Nice Things είναι ένα τραγούδι περίληψη του πνεύματος του δίσκου, καθώς από μόνο του ενσωματώνει πολλά διαφορετικά συστατικά στα τέσσερα λεπτά που διαρκεί. To The Last Waltz είναι ένα βαλς που μοιάζουν να το τραγουδούν ναυτικοί που έπιασαν λιμάνι μετά από μήνες και έχοντας πιει και πιει και φτάσει πια στο τέλος της βραδιάς -και πολλών μπουκαλιών- τραγουδούν με μεθυσμένο πάθος την νοσταλγία και τον έρωτα τους. Διαθέτει ένα εκπληκτικό όργανο ως πλάτη. Περισσότερα, μεγαλύτερα, επικότερα σόλο κιθάρας και περισσότερο heavy metal, stomping και space rock με το She, που ακολουθείται από το jazz-ιστικό ιντερλούδιο του Prison και το περισσότερο punk jazz σαξόφωνο του Τalkin 3. Σαξόφωνο και fuzz στις κιθάρες και για το The Main Pretender, το οποίο αν και super badass διαθέτει pop catchiness, για να επιστρέψει σε Harrison Beatles στο I’ m Free ένα ακόμα τραγούδι που κλείνει το μάτι στον ακροατή όσον αφορά στην καλλιτεχνική ελευθερία. Πως θα ήταν οι Beatles αν συνεργάζονταν με τους Nirvana για το Ft. Tall, ένα ιδιοφυές κομμάτι, λίγο προτού ο Ty Segall και οι The Freedom Band μας αποχαιρετήσουν πολύ ευγενικά και ταιριαστά με το And, Goodnight, στα 12 λεπτά του οποίου είναι φανερές επιρροές από Νeil Young και Crazy Horse έως Grateful Dead, ακόμα και -εντελώς απροσδόκητα- Led Zeppelin (!). 

Kαι έχοντας διαγράψει μια ολόκληρη πορεία μέσα από χρόνια μουσικής δημιουργίας, ετερόκλητης όσο και αλληλοτροφοδοτούμενης, καταλήγουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε. Ναι, ο Ty Segall δεν φτιάχνει ένα album που διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας. Όλα τα μουσικά μοτίβα (και είναι πάρα πολλά!) που εμπεριέχονται στον δίσκο είναι οικεία και προκύπτουν από χρόνια μουσικής παράδοσης. Όχι, σε πείσμα όλων όσων ορκίζονται στις κιθάρες, απαξιώνοντας όσους φτιάχνουν μουσική με άλλα μέσα και κλείνοντας τα αυτιά στην φρεσκάδα αυτής ακριβώς της άλλης μουσικής, δεν έχει κάτι καινούριο να πει, όλα όσα αφηγείται συνθετικά, έχουν ξαναειπωθεί στο παρελθόν. ‘Ομως! Ο Ty Segall φαίνεται ότι γνωρίζει πως όλα αυτά δεν έχουν καμία σημασία και αποφασίζει να απελευθερωθεί από τέτοιου είδους κλισέ και δεσμεύσεις, προσκαλώντας και τον ακροατή να απελευθερωθεί μαζί του, να απολαύσει και κυρίως να διασκεδάσει με το "Freedom’s Goblin", παραδεχόμενος ότι η ελευθερία μπορεί να είναι καμιά φορά γκροτέσκα, επικίνδυνη, ακόμα και ενοχλητική σαν ξωτικό, είναι όμως πάντα η μόνη διασκεδαστική επιλογή. 

Το "Freedom’s Goblin" διαθέτει ιδέες, δεξιοτεχνία, τόλμη, πολυσυλλεκτικότητα αλλά και συνεκτικότητα και πάνω από όλα, είναι διασκεδαστικό, όπως πρέπει να είναι ένα τερατάκι που ξαμολιέται ελεύθερο. Η φρεσκάδα του απορρέει από την τόλμη του να συμπεριλάβει σε αυτόν στοιχεία από το garage, το psychedelic rock, το glam και space rock, το punk, το heavy metal, το prog rock και να τα ενσωματώσει αναίσχυντα, θρασύτατα και με πλήρη επιτυχία σε ένα συνεκτικό αποτέλεσμα. Και το rock θέλει πάντα θράσος και ελευθερία.
 
 

Drag City, 26.01.2018

Σχετικά άρθρα

Banner
Banner